71
»Εκείνος που λέει ότι το ίδιο ον γίνεται και όλα τα άλλα, δηλώνει ότι θέλει όλα
να είναι ένα· αφού η εμφανής διαφορά των όντων δεν εμποδίζει σε τίποτε την
ανάμιξη εκείνων που δεν αναμειγνύονται. Δείχνει ότι είναι ανάγκη, ακόμη κι
αν δει ένα δηλητηριώδες ή σαρκοφάγο ζώο, να το θεωρεί ομόφυλο και
συγγενικό με τον εαυτό του. Αυτός που έχει αυτές τις απόψεις ούτε το κώνειο
θεωρεί σαν ξένο στη φύση του. Εάν πιστεύει ότι ο άνθρωπος γίνεται και φυτό,
ακόμη και τα σταφύλια, που τα καλλιεργεί για τις ανάγκες της ζωής του, θα τα
υποψιάζεται! Διότι και αυτός από τα φυτά προέρχεται· φυτά, επίσης, είναι
και τα γεννήματα των σιτηρών, με τα οποία τρεφόμαστε.
»Πώς, λοιπόν, θα πάρει το δρεπάνι για να θερίσει τα στάχυα; Πώς θα πατήσει
τα σταφύλια ή θα ξερριζώσει τ’ αγκάθια από το χωράφι ή θα κόψει τα άνθη
ή θα κυνηγήσει πουλιά ή θ’ ανάψει φωτιά με ξύλα, αφού δεν γνωρίζει αν το
χέρι του υψώνεται για να σκοτώσει κάποιον συγγενή ή πρόγονο ή ομόφυλό του;
Δεν γνωρίζει αν ανάβει φωτιά ή γεμίζει το ποτήρι ή ετοιμάζει φαγητό με το
σώμα κάποιου απ’ αυτούς;
»Διότι, εφόσον δέχεται ότι, μέσα από το καθένα απ’ αυτά, η ψυχή του
ανθρώπου γίνεται φυτό ή ζώο και δεν υπάρχουν σημάδια αναγνώρισης ποιό
φυτό ή ζώο κατάγεται από άνθρωπο και ποιό προέρχεται από άλλη αιτία,
αναγκαστικά αυτός που δέχεται αυτή τη θεωρία πρέπει σ’ όλα να δείχνει ίδια
συμπεριφορά. Υποχρεωτικά, ή θα συμπεριφέρεται με αγένεια προς όλους
όσοι είναι άνθρωποι από τη φύση τους, ή, εάν έχει μέσα του φυσική αγάπη
για τους ομοφύλους του, θα δείχνει ίδια συμπεριφορά σε κάθε έμψυχο ον,
είτε ερπετό είτε άγριο θηρίο.
Αλλά, κι αν εκείνος που δέχεται αυτή τη θεωρία έλθει σε δάσος από δένδρα,
θα νομίσει τα δένδρα ως πλήθος από ανθρώπους. Τί είδους ζωή θα είναι αυτή,
όταν ή θα τα σέβεται όλα ως ομόφυλα ή θα συμπεριφέρεται σκληρά προς τους
ανθρώπους, αφού δεν θα βλέπει διαφορά τους με τα άλλα όντα. Η θεωρία,
λοιπόν, αυτή απ’ όσα είπαμε είναι αβάσιμη, καθώς και πολλοί άλλοι λόγοι
συνηγορούν για την απόρριψή της.
72
Διότι άκουσα απ αυτούς που ασπάζονται αυτές τις θεωρίες, ότι πλήθος ψυχών,
πριν τη σωματική ζωή (επίγεια), ζουν σε κάποια ιδιαίτερη πολιτεία· με την
λεπτή και ευκίνητη φύση τους περιφέρονται, πετώντας μαζί με τη κίνηση του
σύμπαντος· αλλά, εξαιτίας κάποιας ροπής των ψυχών προς την κακία, χάνουν
τις πτέρυγές τους και μπαίνουν μέσα σε σώμα. Στην αρχή, εισέρχονται σε
σώματα ανθρώπων· έπειτα όμως, μετά το τέλος της ανθρώπινης ζωής,
επειδή μετέχουν στα άλογα πάθη, αποκτηνώνονται, και από κει
πέφτουν σ την αναίσθητη φυσική κατάσταση της ζωής. Έτσι, η από τη
φύση της λεπτή και ευκίνητη ψυχή πρώτα γίνεται βαρειά και πέφτει
προς τα κάτω, επειδή λόγω της κακίας εισέρχεται στα ανθρώπινα σώματα.
Έπειτα, όταν χαθεί η λογική της δύναμη, ζει ανάμεσα στα άλογα ζώα.
Και από κει, αφού της αφαιρεθεί κι αυτή η χάρη των αισθήσεων,
μεταβαίνει στη ζωή των φυτών, που δεν έχουν ούτε αισθήσεις.
Τέλος, κι απ’ αυτή την κατάσταση ανεβαίνει πάλι τις ίδιες βαθμίδες της ζωής,
και αποκαθίσταται στον τόπο του ουρανού.
73
»Αυτή η διδασκαλία, και για εκείνους που έχουν μέτρια κρίση (λογική),
αποδεικνύεται ότι δεν έχει μέσα της καμία βάση. Διότι, εάν η ψυχή
κατρακυλά εξαιτίας της κακίας από την ουράνια ζωή στη ζωή των φυτών,
και απ’ αυτή, μέσω της αρετής, ανεβαίνει πάλι στα ουράνια,
τότε ο νους τους βρίσκεται σε αμηχανία, τί να θεωρεί προτιμότερο, τη φυτική
ή την ουράνια ζωή!
Διότι γίνεται μια κυκλική πορεία από όμοιες καταστάσεις· και η ψυχή, όπου
κι αν είναι, βρίσκεται σε αστάθεια. Εάν, δηλαδή, πέφτει η ψυχή από την
ασώματη στη σωματική ζωή, απ’ αυτήν στην αναίσθητη, και από κει πάλι
ανεβαίνει στην ασώματη, όλα αυτά τίποτε άλλο δεν σημαίνουν, γι’αυτούς που
τα δέχονται, παρά αδυναμία διακρίσεως των κακών από τα αγαθά, και σύγχυση.
Διότι, ούτε η ουράνια ζωή μπορεί να παραμείνει ευτυχισμένη, εφόσον
η κακία επηρεάζει όσους ζουν εκεί· ούτε τα δένδρα θα είναι αμέτοχα στην
αρετή, επειδή πιστεύουν ότι απ’ αυτήν τη (φυτική) ζωή αρχίζει πάλι η ψυχή να
επιστρέφει στο αγαθό, ενώ από κει αρχίζει τη ζωή της κακίας.
74
»Εάν, πράγματι, η ψυχή περιφερόμενη στον ουρανό συνδέεται με
την κακία, και εξαιτίας της κακίας πάλι, ενώ έχει παρασυρθεί στην υλόφρονα
ζωή, ανεβαίνει από κάτω προς την υψηλή ζωή, είναι επόμενο εκείνοι να έχουν
αντίθετη πίστη (με μας): η υλική ζωή (γι’ αυτούς) αποτελεί στάδιο καθάρσεως
από την την κακία, ενώ η ζωή στον ουρανό γίνεται για τις ψυχές πρωταίτια της
κακίας. Διότι, (οι ψυχές) από την παρούσα ζωή με την αρετή βγάζουν φτερά
και ανεβαίνουν στον ουρανό, ενώ από κει (ουρανό) με την κακία χάνουν τα
φτερά τους, προσγειώνονται χαμηλά στη γη και ανακατεύονται με την
παχύτητα της υλικής φύσεως.
Και δεν σταματά μέχρις εδώ η αντίφαση αυτών των θεωριών, στην
αντιστροφή δηλαδή των δογμάτων προς το αντίθετο. Ακόμη, κι αυτή τους η
άποψη δεν μένει σταθερή σε όλα έως το τέλος. Διότι, εάν θεωρούν άτρεπτη
την ουράνια φύση, πώς εισχωρεί πάθος στο άτρεπτο; Και εάν είναι
εμπαθής η επίγεια φύση, πώς είναι δυνατόν μέσα στο πάθος να κατορθώνεται
η απάθεια; Αλλά αυτοί αναμειγνύουν τα άμικτα και ενώνουν τα ακοινώνητα·
αποδίδουν στο πάθος το άτρεπτο, και αντίθετα στο τρεπτό την απάθεια.
Ούτε μένουν σταθεροί σ’ αυτές τις απόψεις για πάντοτε. Αλλά, απ’ όπου
εξόρισαν την ψυχή με την κακία, εκει πάλι την εγκαθιστούν, από την υλική
στην ασφαλή και απείραχτη ζωή· σαν να λησμόνησαν ότι απο κει πήγασε η
κακία και αναμείχθηκε με την κατώτερη φύση.
75
»Τόσο, λοιπόν, η κατάκριση της παρούσης ζωής όσο και ο έπαινος της
επουράνιας συγχέονται μεταξύ τους και μπερδεύονται· διότι, σύμφωνα με την
άποψή τους, ο κατακριτέος (επίγειος βίος) οδηγεί στο καλό· ενώ αυτός
που θεωρείται αφορμή για το καλύτερο, παρέχει στην ψυχή ροπή προς το
χειρότερο.
76
»Γι’ αυτό πρέπει να απορριφθεί από την αληθινή διδασκαλία της πίστεως κάθε
πλανεμένη και αβάσιμη θεωρία γι’ αυτά τα θέματα. Ούτε θα θεωρήσουμε
αληθινές τις ιδέες εκείνες που υποστηρίζουν ότι οι ψυχές μεταβαίνουν από τα
γυναικεία σώματα στην ανδρική ζωή· και το αντίστροφο, οι ψυχές που έφυγαν
από ανδρικά σώματα πηγαίνουν σε γυναίκες, ή μεταβαίνουν από άνδρες σε
άνδρες και από γυναίκες σε άλλες γυναίκες.
»Πράγματι, η πρώτη θεωρία αποδοκιμάστηκε όχι μόνον ως αβάσιμη
και πλανερή –διότι περιέχει μέσα της αντιφάσεις–, αλλά
είναι και ασεβής, διότι διδάσκει ότι κανένα ον δεν δημιουργείται,
εάν η κακία δεν δώσει την αρχή της φύσεως του καθενός.
Εάν, λοιπόν, ούτε οι άνθρωποι ούτε τα φυτά ούτε τα ζώα δεν γεννιούνται,
αν δεν εκπέσει από τα πάνω προς αυτά κάποια ψυχή· κι αν η πτώση της ψυχής
έχει αιτία την κακία, άρα αυτοί θεωρούν ότι η κακία αποτελεί τη συστατική
αρχή των όντων.
77
»Και πώς συμβαίνει να γίνονται ταυτόχρονα και τα δύο, δηλαδή και ο
άνθρωπος να γεννιέται από το γάμο και η έκπτωση της ψυχής να γίνεται
σύγχρονα με το γάμο; Και το ακόμη πιο παράλογο, εάν τα περισσότερα από
τα άλογα ζώα συνέρχονται την άνοιξη, άραγε είναι δυνατόν να πει κανείς ότι
η άνοιξη συντελεί στο να φυτευθεί η κακία και σ’ αυτά που βρίσκονται στον
ουρανό; Ώστε, να συμβαίνει ταυτόχρονα και οι ψυχές γεμάτες από κακία να
πέφτουν από τον ουρανό και οι κοιλιές των ζώων να κυοφορούν;»
»Και τί να πει κανείς για το γεωργό που φυτεύει στη γη τα βλαστάρια των
φυτών; Πώς γίνεται το χέρι του μαζί με το βλαστάρι να φυτεύει και την
ανθρώπινη ψυχή, η οποία έχασε τα φτερά της ακριβώς τη στιγμή που
ο άνθρωπος φυτεύει; Ο ίδιος παραλογισμός παρουσιάζεται και στην άλλη
θεωρία, σύμφωνα με την οποία οι ψυχές παρακολουθούν τις συνευρέσεις
των συζύγων ή προσέχουν τις γέννες, για να εισέλθουν στα δημιουργούμενα
σώματα.
»Κι αν ο άνδρας αρνείται το γάμο και η γυναίκα θέλει να ζει ελεύθερα από
τους πόνους της γέννας, στις περιπτώσεις αυτές δεν θα κάνει η κακία την ψυχή
να εκπέσει (από τον ουρανό); Επομένως, ο γάμος δίνει την άδεια στην ουράνια
κακία να δράσει εναντίον των ψυχών ή και χωρίς το γάμο η κακία επηρεάζει
την ψυχή; Και ακόμη, η ψυχή δεν θα περιπλανιέται σαν άστεγη και αλήτισσα,
αφού ξέπεσε από τα επουράνια, αλλά δεν πέτυχε εδώ κάτω να βρει σώμα που
να την υποδεχθεί;
78
»Έπειτα, μετά απ’ αυτά, πώς θα ισχυριστούν ότι ο Θεός προνοεί για τα όντα,
όταν τη γένεση της ανθρώπινης ζωής την εξαρτούν απ’ αυτή την τυχαία και
παράλογη έκπτωση των ψυχών; Διότι είναι υποχρεωτικό να συμφωνεί κάθε
αρχή (γένεση) και μ’ αυτά που θ’ ακολουθήσουν. Εάν, λοιπόν, η ζωή κάποιου
άρχισε τυχαία, τότε τυχαία θα είναι και ολόκληρη η ζωή του.
»Και μάταια αυτοί, εφόσον θεωρούν ότι τα πράγματα του κόσμου δεν
δημιουργήθηκαν από το θέλημα του Θεού, λένε ότι τα όντα εξαρτώνται από τη
θεία δύναμη· ανάγουν την αρχή των όντων σε κάποια πονηρή συντυχία, σαν να
μην αποκτούσε σύσταση η ανθρώπινη ζωή, εάν η κακία δεν έδινε το δικαίωμα
στη ζωή. Εάν, λοιπόν, η αρχή της ζωής είναι τέτοια, είναι φανερό ότι και τα
μετέπειτα θα εξελιχθούν σύμφωνα με την αρχή της. Δεν είναι δυνατόν να
ισχυρίζεται κάποιος ότι το καλό προέρχεται από το κακό ούτε το κακό από το
αγαθό, αλλά σύμφωνα με το σπόρο περιμένουμε και τους καρπούς. Επομένως,
σ’ όλη τη ζωή κυριαρχεί η αυτόματη και τυχαία κίνηση και καμιά πρόνοια
δεν φτάνει μέχρι τα δημιουργήματα.
79
»Ολοκληρωτικά άχρηστη θα είναι και η ύπαρξη της λογικής.
Η αρετή δεν προσφέρει κανένα κέρδος, και η απομάκρυνση από το κακό δεν
έχει καμιά αξία. Διότι όλα οπωσδήποτε θα γίνονται τυχαία και η ζωή σε τίποτε
δεν θα διαφέρει από τα ανερμάτιστα πλοία, αφού τυχαία, σαν τα κύματα,
θα πηγαίνει κάθε φορά σε διαφορετική συνάντηση άλλοτε καλών κι άλλοτε
κακών.
»Διότι για εκείνους, που η φύση τους έχει ως αρχή την κακία, δεν μπορεί να
προέλθει κέρδος από την αρετή. Εάν η ζωή μας ρυθμίζεται από το Θεό,
τότε παραδεχόμαστε ότι η κακία δεν αποτελεί την αρχή της ζωής μας. Εάν
όμως μας δημιουργεί η κακία, τότε σίγουρα θα ζήσουμε σύμφωνα μ’ αυτήν.
Και απ’ αυτά θ’ αποδειχθούν ανοησίες η μετά την παρούσα ζωή κρίση, η
κατ’ αξία ανταπόδοση και όσα άλλα λέγονται και πιστεύονται για να
απαλλαχθούμε από την κακία.
»Διότι, πώς είναι δυνατόν ο άνθρωπος, που γεννήθηκε από την κακία, να βρεθεί
έξω απ’ αυτήν; Πώς θ’ αποκτήσει ο άνθρωπος το ιδίωμα της προαιρέσεως για
τήν ενάρετη ζωή, αφού η φύση του, όπως λένε, έχει την αρχή της στην κακία;
Όπως δεν προσπαθεί κανένα ζώο να μιλήσει ανθρώπινα, αλλά χρησιμοποιεί
τη δική του φυσική φωνή και καθόλου δεν θεωρεί τη στέρηση του ανθρώπινου
λόγου ως έλλειψη, κατά τον ίδιο τρόπο και αυτοί που θεωρούν την κακία ως
αρχή και αιτία της ζωής, δεν μπορούν με τίποτε να επιθυμήσουν την αρετή,
διότι είναι έξω από τη φύση τους. Πλην όμως, όσοι έχουν καθαρίσει
την ψυχή με τη λογική τους, αυτοί επιθυμούν και αγωνίζονται για
την ενάρετη ζωή.
80
»Επομένως, απ’ αυτό αποδεικνύεται ξεκάθαρα, ότι η κακία δεν είναι πιο
μεγάλη από τη ζωή, ούτε η φύση έχει τη δημιουργική της αρχή απ’ αυτήν,
αλλά η σοφία του Θεού κυβερνά τη ζωή μας και προνοεί για το καθετί.
Όταν η ψυχή δημιουργηθεί, σύμφωνα με τον αρεστό στο Δημιουργό της τρόπο,
τότε η ίδια επιλέγει ελεύθερα αυτό που κατά τη γνώμη της είναι ορθό και
γίνεται, σύμφωνα με τη δύναμη της προαιρέσεώς της, ό,τι εκείνη θέλει.
»Θα καταλάβουμε το θέμα από το παράδειγμα των οφθαλμών· εκεί η όραση
προέρχεται από τη φύση, ενώ η τύφλωση από την προαίρεση ή το πάθος.
Είναι δυνατόν βέβαια καμιά φορά να συμβεί το παρά φύσιν αντί για το φυσικό,
όταν κάποιος με τη θέλησή του κλείσει τα μάτια ή από πάθος χάσει το φως του.
Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με την ψυχή, η οποία έχει τη σύστασή της από το
Θεό· επειδή καμιά κακία δεν αποδίδεται στο Θεό, βρίσκεται (και η ψυχή) έξω
απ’ αυτή την αναγκαιότητα. Έχοντας, λοιπόν, δημιουργηθεί έτσι, οδηγείται με
τη δική της γνώμη σ’ αυτό που θέλει: ή κλείνει θεληματικά τα μάτια της στο
καλό, ή από προσβολή του εχθρού (διαβόλου), που συγκατοικεί στη ζωή μας,
παθαίνει ζημιά στα μάτια και ζει στο σκοτάδι της πονηρίας· ή και το αντίθετο
πάλι· βλέποντας καθαρά την αλήθεια, απομακρύνεται από τα σκοτεινά πάθη.
-----------------------
Η επεξεργασία, η μετατροπή και η μορφοποίηση έγινε απο την Συντακτική Ομάδα
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση σε Φιλικά Ιστολόγια με αναφορά πηγης την:
ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ
-------------------
81
»Θα ρωτήσει, λοιπόν, κάποιος: πότε και πώς γεννιέται η ψυχή; Αλλά το θέμα
για το πώς έγινε το καθένα, πρέπει ν’ αποκλειστεί τελείως από τη συζήτησή
μας. Διότι ακόμη και τα θέματα που είναι εύκολα στην κατανόησή τους και τα
αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις, δεν θα μπορούσε αυτός που τα ερευνά με
τη λογική να κατανοήσει πώς δημιουργήθηκε το φαινόμενο (της ψυχής).
Άλλωστε θεωρούμε ότι αυτό δεν το κατανόησαν ούτε οι θεοφόροι και άγιοι
Πατέρες.
»"Με την πίστη κατανοούμε", λέει ο Απόστολος, "ότι έχουν δημιουργηθεί οι
αιώνες με το λόγο του Θεού, ώστε να έχουν γίνει αυτά που βλέπονται από
εκείνα που δε φαίνονται"· και δεν νομίζω ότι θα το
έλεγε αυτό (ο Απόστολος), εάν θεωρούσε ότι το ζήτημα είναι κατανοητό με τη
λογική. Ο Απόστολος λέει, ότι πιστεύει απόλυτα ότι αυτός ο κόσμος και όσα
Εκείνος έκαμε –οτιδήποτε κι αν είναι αυτός ο κόσμος, στον οποίο
συμπεριλαμβάνεται κάθε ορατό και αόρατο κτίσμα–, όλα έχουν δημιουργηθεί
από το θέλημα του Θεού· το πώς δημιουργήθηκαν, δεν το ερευνά.
»Και δεν νομίζω ότι είναι εφικτό κάτι τέτοιο στους ερευνητές, καθώς αυτό το
θέμα παρουσιάζει μπροστά μας πολλές δυσκολίες. Πώς προήλθε, για
παράδειγμα, από την ακίνητη φύση το κινούμενο, από την απλή και αδιάστατη
το διαστηματικό και σύνθετο; Μήπως από την ίδια την ανώτερη (θεία) ουσία;
Αλλά δεν συμφωνεί μ’ αυτό το γεγονός ότι τα όντα έχουν άλλη φύση μ’ εκείνη.
Και από πού αλλού; Και όμως η λογική δεν βλέπει τίποτε έξω από τη θεία
φύση. Πράγματι θα διαιρεθεί σε πολλές θεωρίες το ζήτημα, εάν θεωρήσουμε
κάτι έξω από τη δημιουργική αιτία (του Θεού), από το οποίο η σοφία της
τέχνης λαμβάνει τις μεθόδους της δημιουργίας.
»Το αίτιο, λοιπόν, των όντων είναι ένα, αλλά δεν έχουν την ίδια με τη θεϊκή
φύση τα όντα που δημιουργούνται απ’ αυτήν. Εξίσου απορριπτέες είναι και οι
δύο θεωρίες, τόσο ότι η κτίση προέρχεται από τη φύση του Θεού, όσο και το
ότι όλα έχουν δημιουργηθεί από κάποια άλλη φύση. Δηλαδή, ή θα νοηθεί το
θείο με τις ιδιότητες της κτίσεως, εφόσον τα δημιουργήματα έχουν την ίδια
φύση με το Θεό· ή κάποια άλλη υλική φύση θα εισαχθεί απέξω στη θέση του
Θεού και θα εξισωθεί μ’ Αυτόν στην ιδιότητα του αγεννήτου μέσω της
αιωνιότητας των κτισμάτων. Κάτι τέτοιο φαντάσθηκαν και οι Μανιχαίοι,
το αποδέχθηκαν και ορισμένοι Έλληνες φιλόσοφοι και έκαναν δόγμα πίστεως
τη φανταστική αυτή θεωρία.
82
»Για ν’ αποφύγουμε, λοιπόν, κατά το δυνατόν, το αβάσιμο καθεμιάς απ’ αυτές
τις θεωρίες για τη δημιουργία των όντων, δεν θα εξετάσουμε το ζήτημα, το τί
και το πώς της γενέσεως, σύμφωνα με το παράδειγμα του Αποστόλου·
τόσο μόνο θα σημειώσουμε, ότι η ορμή της θείας βουλήσεως,
όταν θέλει, πραγματώνεται, και η θέληση γίνεται ουσία και αμέσως
σχηματίζει φύση. Καθόσον η παντοδύναμη εξουσία (του Θεού), οτιδήποτε
σχεδιάσει με σοφία και καλλιτεχνία, δεν αφήνει το θέλημά της ανυπόστατο.
Διότι η ύπαρξη του θελήματος είναι ουσία.
»Και καθώς τα όντα διαιρούνται σε δύο είδη, στα νοερά και τα σωματικά, η
δημιουργία των νοερών δεν φαίνεται εντελώς ασύμφωνη με τη δημιουργία της
ασώματης φύσεως· αλλά δείχνει από κοντά τις ιδιότητες του αΐδιου, άϋλου και
αδιάστατου. Αυτές, δεν θα κάνει λάθος κάποιος, να τις αποδώσει και στην
ανώτερη (θεϊκή) φύση. Η σωματική πάλι φύση θεωρείται ότι έχει
ιδιότητες ακοινώνητες (ξένες) προς το Θείο·
και μάλιστα προκαλεί μεγάλη αδυναμία στη λογική, διότι δεν μπορεί να
καταλάβει πώς προέρχεται από το αόρατο το ορατό, από το άϋλο
το στερεό και σκληρό, από το αόριστο το συγκεκριμμένο,
από το αμέτρητο και αχώρητο (πώς προέρχεται) αυτό που χωρεί μέσα σε
μέτρα και ποσά.
»Και το καθένα απ’ αυτά που κατατάσσονται στη φύση των σωμάτων, για τα
οποία τόσο πολύ ισχυριζόμαστε ότι κανένα απ’ αυτά που αποδίδονται στις
ιδιότητες του σώματος δεν είναι σώμα, ούτε σχήμα, ούτε χρώμα, ούτε βάρος,
ούτε διάστημα, ούτε μέγεθος, ούτε κάτι άλλο απ’ όσα ανήκουν στην ποιότητα,
αλλά το καθένα απ’ αυτά είναι λόγος· μόνον η συνδρομή και η ένωση όλων
αυτών μεταξύ τους αποτελεί το σώμα. Επειδή, λοιπόν, οι ιδιότητες που
συναπαρτίζουν το σώμα, κατανοούνται με το νου και όχι με τις αισθήσεις, και
νοερός είναι ο Θεός, ποιά δυσκολία έχει ο νοητός να κατασκευάσει τα νοητά,
των οποίων η συνένωση συγκρότησε τη φύση του σώματός μας;
83
»Αλλά αυτά βέβαια εξετάστηκαν, ενώ είναι έξω από το θέμα μας. Το
ζητούμενο, λοιπόν, ήταν, εάν προϋπάρχουν οι ψυχές από τα σώματα, πότε και
πώς γίνονται. Η συζήτησή μας πάντως άφησε ανεξέταστο το θέμα πώς
γεννιούνται οι ψυχές, επειδή είναι απλησίαστο. Μένει για συζήτηση το θέμα,
που έχει σχέση με τα προλεχθέντα, πότε οι ψυχές έχουν την αρχή τους.
84
»Εάν πράγματι γίνει δεκτό ότι η ψυχή ζει σε ιδιαίτερη κατάσταση πριν από τη
γένεση του σώματος, υποχρεωτικά θα δεχθούμε ότι είναι έγκυρες εκείνες
οι απαράδεκτες θεωρίες οι οποίες εισάγουν τις ψυχές μέσα στα σώματα
εξαιτίας της κακίας τους. Αλλά, βέβαια, κανένας από τους λογικούς ανθρώπους
δεν πιστεύει ότι οι ψυχές είναι υστερόχρονες στη δημιουργία και νεότερες
στη γέννηση από τα σώματα· διότι είναι σ’ όλους φανερό ότι κανένα άψυχο
δεν έχει από τον εαυτό του δύναμη να κινηθεί και αυξηθεί. Και κανείς
δεν αμφιβάλλει ότι ακόμη και τα νήπια και μεγαλώνουν και κινούνται
τοπικά.
»Μένει, λοιπόν, να δεχθούμε την ταυτόχρονη αρχή της συστάσεως της ψυχής
και του σώματος. Και όπως η γη, αφού δέχθηκε τη ρίζα του φυτού από τους
γεωργούς, την έκανε δένδρο, χωρίς να βάζει μέσα στο τρεφόμενο (φυτό) τη
δύναμη της αυξήσεως, αλλά παρείχε στο φύτευμα μόνο τις αφορμές γιά
αύξηση· έτσι παρόμοια ισχυριζόμαστε ότι και αυτό που αποσπάται από τον
άνθρωπο για να γεννηθεί άλλος άνθρωπος, είναι κι αυτό, κατά κάποιο τρόπο,
έμψυχο ον που προέρχεται από άλλο έμψυχο, και τρέφεται από κάποιο που και
εκείνο τρέφεται.
85
»Δεν είναι καθόλου παράξενο, εάν ένα τόσο μικρό κομμάτι περιέχει όλες τις
ενέργειες και κινήσεις της ψυχής. Διότι ούτε ο σπόρος του σταριού από την
αρχή δεν φαίνεται σαν στάχυς –διότι πώς είναι δυνατόν ένα τόσο μεγάλο να
χωρέσει σ’τόσο μικρό; Καθώς η γη τον τρέφει με τις κατάλληλες τροφές,
ο σπόρος του σταριού γίνεται στάχυς, χωρίς να μεταβάλλει μέσα στο χώμα τη
φύση του, αλλά αναπτύσσει τον εαυτό του και τον τελειοποιεί με την ενέργεια
της τροφής.
»Όπως ακριβώς, λοιπόν, στους σπόρους των φυτών η αύξηση προχωρεί λίγο
λίγο προς την τελείωση, με τον ίδιο τρόπο και στη σύσταση του ανθρώπου,
η δύναμη της ψυχής σχηματίζεται αναλογικά με την σωματική ποσότητα.
Πρώτα εμφανίζεται (η ψυχή) να ενεργεί με την θρεπτική και αυξητική ιδιότητα
στα έμβρυα, που πλάθονται μέσα στην κοιλιά· έπειτα, προσφέρει τη δωρεά των
αισθήσεων σε όσους έλθουν στο φως (γεννηθούν)· τέλος παρουσιάζει, σαν
καρπό ενός φυτού που μεγάλωσε, τη δύναμη της λογικής, όχι ολοκληρωμένη
αμέσως, αλλά βαθμιαία, να αυξάνεται σε αναλογία με το μεγάλωμα του φυτού.
Site menu