ΨΑΛΜΟΣ 18 (Μασ. 19)

 

Εἰς τὸ τέλος· ψαλμὸς τῷ Δαυΐδ.

Ψαλ. 18,2          Οἱ οὐρανοὶ διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ, ποίησιν δὲ χειρῶν αὐτοῦ ἀναγγέλλει τὸ στερέωμα.

Ψαλ. 18,2                 Οι ουρανοί με την αρμονίαν και το κάλλος των διηγούνται εις κάθε άνθρωπον την δόξαν και την σοφίαν του Θεού. Ο ουρανός, που σαν στερεός θόλος περιβάλλει την γην, διακηρύττει, ότι είναι έργον του παντοδυνάμου και πανσόφου δημιουργού.

Ψαλ. 18,3          ἡμέρα τῇ ἡμέρᾳ ἐρεύγεται ῥῆμα, καὶ νὺξ νυκτὶ ἀναγγέλλει γνῶσιν.

Ψαλ. 18,3                  Καθε ημέρα βροντοφωνεί εις την επομένην ημέραν και κάθε νυξ αναγγέλλει εις την άλλην νύκτα την γνώσιν δια την ύπαρξιν του απειροτελείου Δημιουργού.

Ψαλ. 18,4          οὐκ εἰσὶ λαλιαὶ οὐδὲ λόγοι, ὧν οὐχὶ ἀκούονται αἱ φωναὶ αὐτῶν·

Ψαλ. 18,4                 Οι λόγοι, τους οποίους διαλαλούν οι ουρανοί, δεν είναι σιωπηλοί λόγοι από εκείνους, των οποίων αι φωναί δεν ακούονται παντού.

Ψαλ. 18,5          εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος αὐτῶν καὶ εἰς τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης τὰ ῥήματα αὐτῶν.

Ψαλ. 18,5                  Τουναντίον, εις ολόκληρον την γην εξήλθε και ακούεται η φωνή των. Εφθασαν και εις τα πέρατα της οικουμένης οι λόγοι των.

Ψαλ. 18,6          ἐν τῷ ἡλίῳ ἔθετο τὸ σκήνωμα αὐτοῦ· καὶ αὐτὸς ὡς νυμφίος ἐκπορευόμενος ἐκ παστοῦ αὐτοῦ, ἀγαλλιάσεται ὡς γίγας δραμεῖν ὁδὸν αὐτοῦ.

Ψαλ. 18,6                 Ο Θεός το φως το απρόσιτον, τον ήλιον, έκαμεν ιδιαίτερον ενδιαίτημά του. Τον διατάσσει να ανατέλλη λαμπρός ωσάν νυμφίος, που εξέρχεται λαμπροστολισμένος από τον νυμφικόν του θάλαμον. Ωσάν γίγας και ακούραστος δρομεύς, με αγαλλίασιν και χωρίς ποτέ να αποκάμη δια μέσου των αιώνων, διατρέχει κάθε ημέραν τον από ανατολών έως δυσμών δρόμον του.

Ψαλ. 18,7          ἀπ᾿ ἄκρου τοῦ οὐρανοῦ ἡ ἔξοδος αὐτοῦ, καὶ τὸ κατάντημα αὐτοῦ ἕως ἄκρου τοῦ οὐρανοῦ, καὶ οὐκ ἔστιν ὃς ἀποκρυβήσεται τῆς θέρμης αὐτοῦ.

Ψαλ. 18,7                  Από το ένα άκρον του ουρανού γίνεται η έξοδός του και στο άλλο άκρον του ουρανού τελειώνει η πορεία του. Και δεν υπάρχει κανείς, ο οποίος θα ημπορέση, να διαφύγη την θερμότητά του.

Ψαλ. 18,8          ὁ νόμος τοῦ Κυρίου ἄμωμος, ἐπιστρέφων ψυχάς· ἡ μαρτυρία Κυρίου πιστή, σοφίζουσα νήπια.

Ψαλ. 18,8                 Παραπάνω όμως από τα μεγαλεία, που διηγούνται οι ουρανοί, υπάρχει ο νόμος του Κυρίου, ο άμεμπτος, ο οποίος επιστρέφει πλανωμένας ψυχάς στον δρόμον της σωτηρίας, στον δρόμον του Θεού. Αι εντολαί του Κυρίου, που υπάρχουν εις αυτόν, είναι αληθιναί και πισταί, γεμάται σοφίαν, ικαναί να αναδείξουν σοφά και αυτά ακόμη τα νήπια.

Ψαλ. 18,9          τὰ δικαιώματα Κυρίου εὐθέα, εὐφραίνοντα καρδίαν· ἡ ἐντολὴ Κυρίου τηλαυγής, φωτίζουσα ὀφθαλμούς·

Ψαλ. 18,9                 Αι εντολαί του Κυρίου είναι αληθιναί και τέλειαι. Ευφραίνουν την καρδίαν εκείνου, που τας τηρεί. Σκαρπίζουν μέχρι των πλέον μακρυνών περάτων άπλετον το φως και φωτίζουν τους οφθαλμούς των ανθρώπων.

Ψαλ. 18,10         ὁ φόβος Κυρίου ἁγνός, διαμένων εἰς αἰῶνα αἰῶνος· τὰ κρίματα Κυρίου ἀληθινά, δεδικαιωμένα ἐπὶ τὸ αὐτό,

Ψαλ. 18,10                Το ιερόν δέος, που διεγείρει εις τας καρδίας των ανθρώπων ο νάμος του Κυρίου και ο ευλαβής φόβος είναι αγνός, ανόθευτος από πλάνην. Εχει αιωνίαν ισχύν και κύρος. Αι κρίσεις και αι αποφάσστου Κυρίου, που περιέχονται εις αυτόν, είναι αληθιναί και επιμαρτυρούνται ως δίκαιαι δια μέσου των αιώνων.

Ψαλ. 18,11         ἐπιθυμητὰ ὑπὲρ χρυσίον καὶ λίθον τίμιον πολὺν καὶ γλυκύτερα ὑπὲρ μέλι καὶ κηρίον.

Ψαλ. 18,11                Τα λόγια του Κυρίου δια τους καλοπροαίρετους ανθρώπους είναι επιθυμητά περισσότερον από τον χρυσόν και από πλήθος πολυτίμων λίθων. Είναι γλυκύτερα από το μέλι και από την κηρήθραν.

Ψαλ. 18,12         καὶ γὰρ ὁ δοῦλός σου φυλάσσει αὐτά· ἐν τῷ φυλάσσειν αὐτὰ ἀνταπόδοσις πολλή.

Ψαλ. 18,12                Εγώ εδοκίμασα την γλυκύτητά των, διότι ο δούλος σου, Κυριε, φυλάσσει αυτά τα κρίματά σου. Οποιος τα φυλάσσει, θα έχη μεγάλην ανταπόδοσιν και αμοιβήν.

Ψαλ. 18,13         παραπτώματα τίς συνήσει; ἐκ τῶν κρυφίων μου καθάρισόν με.

Ψαλ. 18,13                Αδύνατον όμως να τηρήση κανείς εξ ολοκλήρου τον Νομον σου. Ποιός ημπορεί να γνωρίση τα παραπτώματα, εις τα οποία και χωρίς να το θέλωμεν υποπίπτομεν; Από τα απόκρυφα αυτά παραπτώματα, που εγώ ίσως δεν τα γνωρίζω και ούτε θέλω ποτέ να έλθουν εις δημοσιότητα, καθάρισόν με, Κυριε.

Ψαλ. 18,14         καὶ ἀπὸ ἀλλοτρίων φεῖσαι τοῦ δούλου σου· ἐὰν μή μου κατακυριεύσωσι, τότε ἄμωμος ἔσομαι καὶ καθαρισθήσομαι ἀπὸ ἁμαρτίας μεγάλης.

Ψαλ. 18,14                Και από ξένα προς τον Νομον σου αισθήματα και έργα προφύλαξε εμέ, τον δούλον σου. Εάν αυτά δεν με κυριεύσουν, τότε εγώ θα είμαι άμεμπτος και έτσι θα διατηρηθώ καθαρός από μεγάλας πτώσεις.

Ψαλ. 18,15         καὶ ἔσονται εἰς εὐδοκίαν τὰ λόγια τοῦ στόματός μου καὶ ἡ μελέτη τῆς καρδίας μου ἐνώπιόν σου διὰ παντός, Κύριε, βοηθέ μου καὶ λυτρωτά μου.

Ψαλ. 18,15                Τοτε θα είναι ευχάριστοι εις σε και ευπρόσδεκτοι οι λόγοι της προσευχής μου και αι ευλαβείς σκέψεις και οι ιεροί πόθοι της καρδίας μου θα είναι ως θυσία ευπρόσδεκτος και παντοτεινή ενώπιόν σου, Κυριε, βοήθέ μου και λυτρωτά μου.

 

 

ΨΑΛΜΟΣ 19 (Μασ. 20)

 

Εἰς τὸ τέλος· ψαλμὸς τῷ Δαυΐδ.

Ψαλ. 19,2          Ἐπακούσαι σου Κύριος ἐν ἡμέρᾳ θλίψεως, ὑπερασπίσαι σου τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ Ἰακώβ.

Ψαλ. 19,2                 Είθε ω βασιλεύ να εισακούση ο Κυριος την δέησίν σου κατά την ημέραν αυτήν της μεγάλης θλίψεως· είθε το παντοδύναμον όνομα του Θεού του ισραηλιτικού λαού να σε υπερασπίση εναντίον των εχθρών μας.

Ψαλ. 19,3          ἐξαποστείλαι σοι βοήθειαν ἐξ ἁγίου καὶ ἐκ Σιὼν ἀντιλάβοιτό σου.

Ψαλ. 19,3                  Είθε να σου στείλη ο Κυριος βοήθειαν από τον ιερόν του ναόν και να σε προστατεύση από το όρος Σιών.

Ψαλ. 19,4          μνησθείη πάσης θυσίας σου καὶ τὸ ὁλοκαύτωμά σου πιανάτω. (διάψαλμα).

Ψαλ. 19,4                 Είθε να ενθυμηθή και να δεχθή ευμενώς όλας τας αιματηράς και αναιμάκτους θυσίας, που του προσέφερες, και να θεωρήση παχύ και ευάρεστον το θύμα, το οποίον αφήκες ολόκληρον να καή επάνω στο θυσιαστήριόν του.

Ψαλ. 19,5          δῴη σοι Κύριος κατὰ τὴν καρδίαν σου καὶ πᾶσαν τὴν βουλήν σου πληρώσαι.

Ψαλ. 19,5                  Είθε ο Κυριος να σου δώση σύμφωνα με τας αγίας επιθυμίας της καρδίας σου και να εκπληρώση κάθε αγαθήν επιθυμίαν και απόφασίν σου, χαρίζων εις σε νίκην εναντίον των εχθρών σου.

Ψαλ. 19,6          ἀγαλλιασόμεθα ἐν τῷ σωτηρίῳ σου καὶ ἐν ὀνόματι Κυρίου Θεοῦ ἡμῶν μεγαλυνθησόμεθα. πληρώσαι Κύριος πάντα τὰ αἰτήματά σου.

Ψαλ. 19,6                 Τοτε όλοι θα ευφρανθώμεν και θα χαρώμεν δια την σωτήριον αυτήν νίκην. Και στο όνομα και με την δύναμιν του απείρου Θεού μας θα αναδειχθώμεν μεγάλοι και ένδοξοι. Είθε λοιπόν ο Κυριος να εκπληρώση όλα τα αιτήματα της προσευχής σου”.

Ψαλ. 19,7          νῦν ἔγνων ὅτι ἔσωσε Κύριος τὸν χριστὸν αὐτοῦ· ἐπακούσεται αὐτοῦ ἐξ οὐρανοῦ ἁγίου αὐτοῦ· ἐν δυναστείαις ἡ σωτηρία τῆς δεξιᾶς αὐτοῦ.

Ψαλ. 19,7                  Τωρα εγώ ο ιερεύς, που προσφέρω την ικετήριον αυτήν θυσίαν, έχω την εσωτερικήν πληροφορίαν και εγνώρισα καλά, ότι ο Κυριος θα σώση οπωσδήποτε τον βασιλέα, τον οποίον αυτός έχρισε. Θα ακούση και θα κάμη δεκτά τα αιτήματα της προσευχής του από τον ένδοξον ουράνιον θρόνον του. Με θαυματουργικάς επεμβάσεις της παντοδυνάμου δεξιάς του θα μας δώση την σωτηρίαν και τον θρίαμβον.

Ψαλ. 19,8          οὗτοι ἐν ἅρμασι καὶ οὗτοι ἐν ἵπποις, ἡμεῖς δὲ ἐν ὀνόματι Κυρίου Θεοῦ ἡμῶν μεγαλυνθησόμεθα.

Ψαλ. 19,8                 Εκείνοι μεν οι εχθροί επέρχονται εναντίον μας με πολεμικά άρματα και με το φοβερόν ιππικόν των. Ημείς όμως με το παντοδύναμον όνομα του Κυρίου και Θεού μας θα θριαμβεύσωμεν εναντίον των.

Ψαλ. 19,9          αὐτοὶ συνεποδίσθησαν καὶ ἔπεσαν, ἡμεῖς δὲ ἀνέστημεν καὶ ἀνωρθώθημεν.

Ψαλ. 19,9                 Και ιδού ότι αυτοί επεδικλώθησαν, εσκόνταψαν και έπεσαν, ημείς όμως εσηκώθημεν επάνω, εστάθημεν όρθιοι και έχομεν κάτω από τα πόδια μας νικημένους τους εχθρούς μας.

Ψαλ. 19,10         Κύριε, σῶσον τὸν βασιλέα, καὶ ἐπάκουσον ἡμῶν, ἐν ᾗ ἂν ἡμέρᾳ ἐπικαλεσώμεθά σε.

Ψαλ. 19,10                Κυριε, σώσον τον βασιλέα και άκουσε την προσευχήν μας εις οιανδήποτε ημέραν και αν σε επικαλεσθώμεν ευλαβώς και με πίστιν.